Εξόριστος στη Χαλκίδα, απομονωμένος από τους «συμφιλοσοφούντας» αλλά νιώθοντας το…
Το ελληνικό πολεμικό ναυτικό κατά την περίοδο του Όθωνα (1833-1862)
του Δημήτρη Κουρουβακάλη
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η παρούσα εργασία στα πλαίσια του μαθήματος ¨ειδικά θέματα νεότερης Ελληνικής ιστορίας και ανάγνωση ιστορικού λόγου¨, έχει ως στόχο ν΄ αναδείξει την πολιτική του Όθωνα σε σχέση με το ελληνικό πολεμικό ναυτικό.
Ένα ζήτημα για το οποίο δεν έχει δοθεί η απαιτούμενη βαρύτητα από τους περισσότερους ιστορικούς. Ο Οθωνική περίοδος, ωστόσο έχει απασχολήσει έντονα τους μελετητές, άλλα για θέματα όπως η οικονομία και η πολιτική. Τα ζητήματα που αφορούν την παρουσία του στόλου δεν αποτελούν σημαντικό τμήμα της ελληνικής βιβλιογραφίας. Σ΄ αυτό το ζήτημα αντλούμε στοιχεία κυρίως από πρόσωπα που προέρχονται από το πολεμικό ναυτικό και μας δίνουν τα απαραίτητες πληροφορίες για την καλύτερη κατανόηση αυτού του ζητήματος.
Η εργασία δεν αποτελείται μόνο από στοιχεία για την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα αλλά κάνει και μια σύντομη αναφορά στα χρόνια μετά την επανάσταση, όπου σε πρώτη φάση είναι φανερή η αδυναμία του ελληνικού ναυτικού σε σχέση με του αντιπάλου και ότι μόνο με την αριθμητική και ποιοτική αύξηση των πολεμικών πλοίων θα υπήρχε η δυνατότητα ισορροπίας στη θάλασσα. Ακολουθεί η περιληπτική καταγραφή της πολιτικής του Καποδίστρια ως αρχικό αλλά σημαντικό βήμα προς την αναμόρφωση του πολεμικό ναυτικού και εν συνεχεία με λεπτομέρειες γίνεται ανάλυση της πολιτικής του Όθωνα ως συνεχιστή του έργου του Καποδίστρια. Αναλύεται …
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Το πολεμικό ναυτικό μέχρι το 1822 δεν είχε κεντρική διοίκηση και κυρίαρχο ρόλο είχαν πρόσωπα που συμμετείχαν στον αγώνα για την ανεξαρτησία και προέρχονταν από τις νησιωτικές περιοχές.
Η πρώτη σκέψη για την συγκρότηση εθνικού στόλου έγινε τον Απρίλιο του 1822 με την απόφαση του Εκτελεστικού της 5ης Απριλίου για την αγορά 60 ιδιωτικών πλοίων.
Τα θέματα επίσης της Ναυαρχίας και του Υπουργείου των Ναυτικών συζητήθηκαν στην πρώτη προκαταρκτική συνέλευση στις 29 Μαρτίου 1823, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Β΄ Εθνικής Συνέλευσης των Ελλήνων στο Άστρος (30 Μαρτίου 1823).
Ωστόσο μετά τα δύο πρώτα έτη του αγώνα η κυβερνητική μέριμνα για τον στόλο υπήρξε υποτυπώδης λόγω έλλειψης πόρων. Το 1825 η κατάσταση επιδεινώνεται και η διατήρηση του στόλου καθίσταται σχεδόν αδύνατη.
Η προσπάθεια συγκρότησης νέου στόλου άρχισε να υλοποιείται μετά τη σύναψη των δύο αγγλικών δανείων. Έτσι δόθηκε αμέσως η εντολή σε αγγλικό ναυπηγείο για την κατασκευή 6 ατμοκίνητων πλοίων με την επίβλεψη του Ναύαρχου Κόχραν. Είναι φανερό – παρά τις πολλές δυσκολίες – ότι αρχίζει να γίνεται πράξη η δημιουργία εθνικού στόλου . Το 1826 συγκροτήθηκε η Ναυτική Επιτροπή υπό τους Α. Τομπάζη, Α. Μιαούλη και Λ. Γκός, με εντολή του μεγάλου ευεργέτη της Ελλάδας J.G. Eynard o οποίος διηύθυνε το φιλελληνικό Κομιτάτο στο Παρίσι. Η ναυτική επιτροπή άσκησε καθήκοντα Ναυαρχείου. Κυρίαρχο πρόσωπο αυτής της επιτροπής ήταν ο Ναύαρχος Κόχραν.
Το Μάιο του 1827 επαναφέρεται ο θεσμός των υπουργείων με τον τίτλο Γραμματείες της Επικράτειας. Η Γραμματεία των Ναυτικών διευθύνονταν μέχρι την άφιξη του νέου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια από το Γραμματέα των εξωτερικών Γ. Γλαράκη[1].
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό και με την έλευση του Καποδίστρια, – ο οποίος είχε αντιληφθεί τα προβλήματα του ναυτικού και προσπάθησε να δώσει λύσεις – άρχισε σε πιο στέρεη βάση η αντιμετώπιση και η επίλυση των διοικητικών προβλημάτων. Ο νέος κυβερνήτης κατά την άφιξή του βρήκε το στόλο σε απόλυτη παρακμή, ο οποίος αποτελείτο από 7 μόνο πλοία, 7 παλαιά πυρπολικά και μια άχρηστη ημιολία. Τον Ιανουάριο του 1829 ο Καποδίστριας συγκρότησε το Πολεμικό Συμβούλιο, στο οποίο προήδρευε ο ίδιος και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα οργανωτικά θέματα. Την εποχή αυτή δημιουργήθηκαν όλοι οι κανονισμοί και οι νόμοι που έχουν να κάνουν με τη διοίκηση, την ιεραρχία και τις οικονομικές υπηρεσίες του ναυτικού. Σημαντικό τμήμα των αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας του Πολεμικού Ναυτικού ήταν ο πρώτος κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας (1828), τον οποίο συνέταξε ο ΄Φραγκίσκος Αμπνεϋ Αστιγξ (Frank Abney Hastings, 1774 – 20/3/1828), Άγγλος φιλέλληνας που υπηρέτησε στον ελληνικό στόλο. Ο κανονισμός εκδόθηκε το 1830 και αποτέλεσε τη βάση για την σωστή λειτουργία του Πολεμικού Ναυτικού. Στις αρχές του 1828 άρχισε η αναδιοργάνωση της διοίκησης του Ναυτικού Τον Μάρτιο του ιδίου έτους ο Ι. Καποδίστριας διέλυσε την Επιτροπή των Ναυτικών Υποθέσεων (Ναυτική Επιτροπή) και διόρισε Επιτροπή Προσωρινών Διευθυντών των Ναυτικών. Στις 6 Μαρτίου 1828 διορίστηκαν στην Επιτροπή ως επικεφαλής οΠλοίαρχος ΄Φραγκίσκος Αμπνεϋ Αστιγξ, ο Ε. Τομπάζης με χρέη συνδιευθυντή και γραμματέας ο Στ. Δάρας. Μετά τον θάνατο του Αστιγξ και την απαλλαγή του Γκός από τα καθήκοντα του, η επιτροπή ανασυγκροτήθηκε από τους Μ. Τομπάζη, Ν. Μπόταση και Ν. Γιαννίτζη που αντιπροσώπευαν τα 3 νησιά.
Η νέα επιτροπή ίσχυσε μέχρι 5 Οκτωβρίου 1829 με χρέη Ναυαρχείου και Τεχνικού Ναυτικού Συμβουλίου του Κυβερνήτη, οπότε διαλύθηκε οριστικά και συστήθηκε η Ναυτική Υπηρεσία του Ναυστάθμου του Πόρου. Η διεύθυνση της ανατέθηκε σε τριμελή επιτροπή που απαρτίζονταν από τους Γ. Σαχτούρη (Ύδρα), Γ.Ανδρούτσο (Σπέτσες) και Κ. Κανάρη (Ψαρά)[2].Η παραπάνω επιτροπή ίσχυσε έως τις 20 Ιουλίου 1833.
Παρ΄ όλες τις αλλαγές και τις διοικητικές τροποποιήσεις, ο Καποδίστριας κατάφερε ν΄ αποκτήσει με διαδοχικές αγορές πλοίων την συγκρότηση του εθνικού στόλου, τον Ιούλιο του 1831 ο στόλος αποτελείτο από 57 πλοία, τα οποία διέθεταν περισσότερα από 350 πυροβόλα[3] και ήταν επανδρωμένα με 2.000 άνδρες. Κατέταξε τους αγωνιστές – αναλόγως των υπηρεσιών που προσέφεραν στον αγώνα αλλά και τον βαθμό που έφεραν- σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες. Ίδρυσε τον πρώτο ναύσταθμο στον Πόρο και τέλος συνέστησε πολεμικό συμβούλιο για να εξετάζει τις στρατιωτικές και ναυτικές υποθέσεις. [4]
Ο Καποδίστριας κατάφερε ν ΄ανασυντάξει το στόλο, να εμπεδωθεί στη θάλασσα, στην ύπαιθρο και στις πόλεις αίσθημα ασφάλειας της ζωής και της περιουσίας, καταπολεμώντας τη ληστεία και την πειρατεία.
Το επόμενο βήμα για την περαιτέρω ποιοτική ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του στόλου ήταν η έμφαση στα θέματα της ναυτικής εκπαίδευσης. Αυτή η αναγκαιότητα είχε γίνει αντιληπτή από τον Καποδίστρια, ο οποίος άρχισε να εξετάζει τρόπους για την υλοποίηση του παραπάνω οράματός του. Στις 31 Ιουλίου 1829 ο Καποδίστριας υπέβαλε πρόταση για τη σύσταση ναυτικής σχολής. Παρ΄ όλες τις προσπάθειες η δημιουργία ενός ναυτικού εκπαιδευτικού ιδρύματος δεν υλοποιήθηκε.
Θα έπρεπε να περάσουν μερικά χρόνια ακόμη έως την έλευση του Όθωνα, όπου και θα συντελεστεί ακόμη πιο σημαντικό έργο στο πολεμικό ναυτικό.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΟΘΩΝΑ
Την 25η Ιανουαρίου 1833 αποβιβάσθηκε στο Ναύπλιο ο Βασιλιάς Όθων. Η έντονα δοκιμασμένη χώρα κατά το διάστημα του οκταετούς αγώνα για την ανεξαρτησία της και της τριετούς εμφύλιας διαμάχης, η οποία επακολούθησε, εμφάνιζε μια ερημωμένη όψη, η δε οργάνωση των δημοσίων υπηρεσιών, ειδικότερα των στρατιωτικών και ναυτικών δυνάμεων του κράτους, παρουσίαζε έναν υποτυπώδη χαρακτήρα. Τα πλοία τα οποία συγκροτούσαν το στόλο του νέου Βασιλείου εκείνη την εποχή, ήταν πλέον πεπαλαιωμένα από το ναυτικό αγώνα.
Στον παρακάτω πίνακα φαίνονται τα πλοία τα οποία συγκροτούσαν τον Ελληνικό Βασιλικό Στόλο κατά τα τέλη Ιανουαρίου του 1834:
α/α | Είδος πλοίου | Όνομα πλοίου | Χωρητικότητα |
1 | Κορβέττα | Ψαρά | 494 |
2 | Γαβάρρα | Φοίνιξ | 305 |
3 | Βρίκιον | Αθηνά | 350 |
4 | Κίμβρος | 225 | |
5 | Ηρακλής | 298 | |
6 | Γολέττα | Λαίδη Κόδριγκτων | 100 |
7 | Εύχαρις | 165 | |
8 | Καραϊσκάκης | 90 | |
9 | Λήδα | 90 | |
10 | Άργος | 106 | |
11 | Σμύρνα | 100 | |
12 | Κανονιοφόροι | Βαυαρία | 34 |
13 | Φιλελληνίς | 34 | |
14 | Κόττερον | Ζέφυρος | |
15 | Αίολος | ||
16 | Σπάρτη | ||
17 | Λέων | ||
18 | Β. Λέμβος | Ευφροσύνη | 25 |
19 | Βελλού | Γοργώ | 10 |
20 | Αριάδνη | 10 | |
21 | Τερψιχόρη | 10 | |
22 | Βομβάρδα | Δάφνη | |
23 | Τρεχαντήριον | Άγιος Νικόλαος | |
24 | Γαλλιώτα | Κλειώ | 25 |
25 | Ατμοκίνητον | Καρτερία | |
26 | Ερμής | ||
27 | Μύστικον | Εύπλους |
Πίνακας ‘1’: πλοία που απάρτιζαν τον ελληνικό Βασιλικό Στόλο κατά την άφιξη στην Ελλάδα του Βασιλιά Όθωνα[5]
Η κατάσταση των πλοίων αυτών κάθε άλλο παρά ευχάριστη ήταν, τις πρώτες μέρες της Βασιλείας του Όθωνα. Όλα σχεδόν ήταν ανεπισκεύαστα, ο οπλισμός τους ασυντήρητος, η δε διοίκηση, αν και εμπειρότατη από ναυτικής απόψεως, ήταν τελείως ανεπαρκής όσον αφορά την οργάνωση και την τάξη. Δεν υπήρχαν καθορισμένες οργανικές δυνάμεις επί των πλοίων, ούτε επαρκείς κανονισμοί και διαιρέσεις, ούτε καν νομοθετημένος τρόπος ναυτολογίας και κατατάξεως.
Το προσωπικό που εκτελούσε υπηρεσία στο Βασιλικό Ναυτικό προερχόταν εξ ολοκλήρου από τις τάξεις των ηρωικών ναυμάχων της Επαναστάσεως, οι οποίοι είχαν βαθμολογηθεί από την κυβέρνηση Καποδίστρια σε Αξιωματικούς, Υπαξιωματικούς και Ναύτες, αναλόγως με τις υπηρεσίες που είχαν προσφέρει κατά τον Αγώνα και αναλόγως του βαθμού τον οποίο έφεραν επί των πλοίων κατά την Επανάσταση. Είναι λοιπόν ευνόητο ότι, ούτε ακριβοδίκαιη απονομή τίτλων και βαθμών υπήρχε, ούτε όλοι οι αγωνιστές του ναυτικού Αγώνα μπόρεσαν να πετύχουν κάποιο διορισμό, επειδή κατά την περίοδο της κυβερνήσεως Καποδίστρια, ούτε ο χρόνος ήταν αρκετός και πρόσφορος, λαμβανομένης υπόψη της αντιζηλίας των αγωνιστών, ούτε το ταμείο της νεοσύστατης ελληνικής πολιτείας μπορούσε να αντεπεξέλθει σε όλες τις απαιτήσεις των αγωνιστών για διορισμό.
Όσον αφορά τη μόρφωση των διορισθέντων Αξιωματικών, ελάχιστοι ήταν εκείνοι οι οποίοι εκτός από την απαράμιλλη ναυτική εμπειρία κατείχαν και τις στοιχειώδης γραμματικές γνώσεις.
Μια από τις πρώτες ασχολίες της Βασιλικής Κυβερνήσεως όσον αφορά την οργάνωση του Ναυτικού, υπήρξε η αναθεώρηση των καταλόγων που απαρτίζονταν από τους διορισθέντες του Καποδίστρια. Για το σκοπό αυτό, ευθύς εξαρχής με την άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα, συνεστήθη επιτροπή, στην οποία ανατέθηκε η εξακρίβωση και η εκτίμηση των υπηρεσιών των διαφόρων ναυτικών κατά τη διάρκεια του Αγώνα. Με βάση λοιπόν τα πορίσματα αυτής της επιτροπής, απονεμήθηκαν στους ναυτικούς διάφοροι βαθμοί Αξιωματικών, Υπαξιωματικών και Ναυτών στο Βασιλικό Ναυτικό. Επειδή όμως πολλοί ήταν εκείνοι που ζητούσαν διορισμό, ενώ ήταν περιορισμένες οι θέσεις των Αξιωματικών στο Πολεμικό Ναυτικό, πολλοί διορίσθηκαν μεν, αλλά ήταν διαθέσιμοι και γι’ αυτό λάμβαναν και μισθό διαθεσιμότητας. Παρ’ όλη όμως τη θυσία στην οποία υποβλήθηκε το Δημόσιο Ταμείο με τους αθρόους αυτούς διορισμούς και την απονομή των συντάξεων, απέμειναν πολλοί δυσπραγούντες οι οποίοι, είτε γιατί κατά το διάστημα των εργασιών της επιτροπής απουσίαζαν, είτε γιατί δεν έκριναν δίκαιη την απόφασή της, υπέβαλλαν προς το Βασιλέα Όθωνα και την Γραμματεία του Ναυτικού αναφορά, με την οποία ζητούσαν να επανεξετασθεί το αίτημά τους για διορισμό στο Βασιλικό Ναυτικό και έτσι να διορθωθεί η γενόμενη αδικία. Με τέτοιες αναφορές βρίθουν τα ερμάρια της Γραμματείας του Ναυτικού κατά τα πρώτα έτη της ιδρύσεως του Βασιλείου.
Μετά την αναθεώρηση του καταλόγου και κατόπιν των πορισμάτων της εξεταστικής επιτροπής, η πρώτη ονομαστική κατάσταση του προσωπικού του στόλου και του Ναυστάθμου χρονολογείται από το Σεπτέμβριο του 1834. Στις καταστάσεις αυτές ως ‘Διευθυντής του Ναυτικού’ αναφέρεται ο Ναύαρχος του Αγώνα Ανδρέας Μιαούλης. Στον πίνακα του προσωπικού του Ναυστάθμου σημειώνεται ο Ν. Μπότσαρης έφορος του Νεωρίου, ο Καρ. Βρώμμης (εκ Σαξονίας) πλοίαρχος β’ τάξεως και έφορος του λιμένος, Κ. Νικόδημος έφορος του προσωπικού, Αλ. Κόλβε (εκ Βερολίνου) ελεγκτής. Αναγράφονται επίσης γραμματείς, επιστάτες αποθηκών, υπασπιστές των εφόρων, αρχηγοί τεχνιτών, ειδικοί επί της υλοτομίας, ενώ ως κατώτερο προσωπικό, 2 ναύκληροι α’ τάξεως, 5 ναύκληροι β’ τάξεως, 4 πυροβολητές, 2 θυρωροί, 9 ναύτες α’ τάξεως, 44 ναύτες β’ τάξεως, 23 ναύτες γ’ τάξεως, 2 κωπηλάτες α’ τάξεως, 3 κωπηλάτες β’ τάξεως, 2 παίδες α’ τάξεως, 1 τυμπανιστής, 1 μηχανικός (ο Άγγλος Αλφόνσος Πάρις), 6 θερμαστές, 40 τεχνίτες (από τους οποίους οι 30 Γερμανοί) με επικεφαλής τον Υπολοχαγό Βαρθολομαίο Κιρχμάιερ, 1 γιατρός, 1 υποφαρμακοποιός και 1 επιστάτης του νοσοκομείου.
Στον δε πίνακα του προσωπικού του στόλου αναγράφονται 4 πλοίαρχοι β’ τάξεως: ο ένδοξος πυρπολητής Κ. Κανάρης και οι Α. Κριεζής, Α. Πιππίνος, και Θ. Μουλάς, 3 πλοίαρχοι γ’ τάξεως, 17 υποπλοίαρχοι, 41 σημαιοφόροι, 4 φροντιστές β’ τάξεως, 1 ιατροχειρούργος, 4 τροφοδότες, 5 ναύκληροι α’ τάξεως, 18 ναύκληροι β’ τάξεως, 29 πηδαλιούχοι β’ τάξεως, 8 πυροβολητές β’ τάξεως, 2 ξυλουργοί β’ τάξεως, 6 καλαφατιστές β’ τάξεως, 63 ναύτες α’ τάξεως, 240 ναύτες β’ τάξεως, 152 ναύτες γ’ τάξεως, 42 παίδες α’ τάξεως, 14 παίδες β’ τάξεως, 6 αυλητές, 3 τυμπανιστές, 1 βαρελοποιός, 16 μάγειρες και 10 υπηρέτες.
Το σύνολο λοιπόν του προσωπικού που υπηρετούσε στο στόλο ανερχόταν στους 711 και στο Ναύσταθμο στους 191. Δηλαδή η συνολική δύναμη του προσωπικού του Ναυτικού το Σεπτέμβριο του 1834 ανερχόταν στους 902 άνδρες. Σε αυτούς εννοείται δε συμπεριλαμβανόταν οι διαθέσιμοι, από τις τάξεις τις οποίες ανακαλούταν πολλές φορές στην ενέργεια.
Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι, όσον αφορά το Ναύσταθμο στον Πόρο, η κατάσταση ήταν οικτρή, αφού οι αποθήκες ήταν κενές από εργαλεία και υλικά και τα κτίρια που τον αποτελούσαν ήταν άθλια παραπήγματα, έτοιμα να καταρρεύσουν. Στο κέντρο του περίβολου του κατ’ όνομα μόνο Ναυστάθμου, υπήρχε το Ναυτικό Διευθυντήριο το οποίο είχε οικοδομηθεί επί Μανώλη Τομπάζη το 1828, χωρίς θεμέλια σε πασσάλους. Εφόσον αυξάνονταν οι ανάγκες της υπηρεσίας, προστίθενταν ακανόνιστα δωμάτια. Λόγω όμως της ανεπάρκειας των αποθηκών, αγοράσθηκαν κατά το 1834 από τους Ρώσους οι αποθήκες, τα ερείπια των οποίων στέκουν ακόμα και σήμερα στη θέση με το όνομα ‘ρώσικος ναύσταθμος’ στην οποία επί Καποδίστρια σχεδιαζόταν να ανεγερθεί ο νέος ελληνικός Ναύσταθμος. Ακόμα όμως και η λύση των ρώσικων αποθηκών δε διευκόλυνε την κατάσταση, αφού ήταν σε μεγάλη απόσταση από το Ναύσταθμο.
Αυτή ήταν εν ολίγοις η κατάσταση των πλοίων του στόλου, του προσωπικού και του ναυστάθμου κατά την ίδρυση της Βασιλείας. Είναι ευνόητο ότι υπό αυτούς τους όρους, το έργο της δημιουργίας του Πολεμικού Ναυτικού ήταν δυσχερές. Σε αυτό συντελούσε το γεγονός ότι οι αγωνιστές της Επαναστάσεως δεν ήταν διατεθειμένοι να υπακούσουν και να πειθαρχήσουν στους νέους κανονισμούς , ούτε να κατασιγάσουν τις μεταξύ τους αντιζηλίες και την αντίδραση στους βαυαρούς οργανωτές.
Εντούτοις, η Βασιλεία έχοντας πλήρη επίγνωση της ανάγκης ύπαρξης πολεμικού στόλου, προέβη με θέρμη στο έργο αυτό, και μια εκ των πρώτων ασχολιών της αντιβασιλείας των Άρμανσμπεργκ, Μάουερ και Έυδεκ υπήρξε η οργάνωση του Ναυτικού. Έτσι διαιρέθηκε ο στόλος σε δύο μοίρες, σε αυτή του Αιγαίου και σε εκείνη των δυτικών παραλίων και ιδρύθηκε το Ναυτικό Διευθυντήριο, επικεφαλής του οποίου ετέθη ο Ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης. Ακόμη οργανώθηκε ο Ναύσταθμος, υπήρξε φροντίδα για τον ανεφοδιασμό των αποθηκών και ιδρύθηκε ο λόχος των τεχνιτών, οι περισσότεροι των οποίων όπως είδαμε ήταν βαυαροί. Επίσης, επισκευάστηκαν διαδοχικά τα πλοία του στόλου, καθορίστηκε η οργανική τους δύναμη, αναθεωρήθηκε ο κατάλογος των διορισθέντων Αξιωματικών και διαιρέθηκαν τα παράλια της χώρας σε πέντε και αργότερα σε τέσσερις λιμενικές περιοχές με έδρα την Ύδρα, Σύρο, Σκιάθο και Μεσολόγγι.
Για την επίτευξη των σκοπών αυτών σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε το εξαιρετικά συγκεντρωτικό γραφειοκρατικό σύστημα που εφάρμοσε η αντιβασιλεία. Ούτε το παραμικρό δε μπορούσε να διατάξει η Γραμματεία των Ναυτικών χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Αντιβασιλείας. Προϋπολογισμοί επισκευής πολεμικών πλοίων οι οποίοι συντάσσονταν από το Ναυτικό Διευθυντήριο, ακόμα και αν ανέρχονταν σε μερικές δεκάδες δραχμές, υποβάλλονταν στη Γραμματεία των Ναυτικών και εν συνεχεία με ειδική αναφορά υποβαλλόταν στα Ανάκτορα για να επακολουθήσει έγκριση της δαπάνης από την Αντιβασιλεία. Μόνο τότε μπορούσε να αρχίσει η επισκευή, έστω και αν αυτή είχε κατεπείγοντα χαρακτήρα. Χαρακτηριστικό της φειδούς του δημοσίου χρήματος και της λεπτολόγου έρευνας στην οποία υποβαλλόταν τα πάντα, είναι ο τρόπος της σύνταξης των προϋπολογισμών. Μετά το πέρας της επισκευής του πλοίου στο Ναύσταθμο, ο κυβερνήτης του πλοίου υπέβαλλε στη Γραμματεία των Ναυτικών αντίγραφο του ημερολογίου του πλοίου κατά το διάστημα της επισκευής, στο οποίο φαίνονταν με κάθε λεπτομέρεια οι εκτελούμενες εργασίες, οι επιβαίνοντες τεχνίτες, οι ποσότητες των εισαγομένων στο Ναύσταθμο υλικών για την επισκευή. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνονταν από τη Γραμματεία ο έλεγχος και η εξέλιξη των εργασιών καθώς και η διαχείριση των υλικών.
Με αυτό το σύστημα άρχισε το 1833 η διαδοχική επισκευή των πλοίων και η βαθμιαία οργάνωση του Ναυτικού, η οποία όμως προσέκρουε στις ανωτέρω δυσχέρειες, στην φτώχεια του Δημόσιου Ταμείου αλλά και στο είδος των ασχολιών οι οποίες επιβάλλονταν από τις περιστάσεις στα πλοία του Στόλου και δεν είχαν καμία σχέση με τις απασχολήσεις των πολεμικών πλοίων όπως τις αντιλαμβανόμαστε σήμερα.
Την περίοδο που εξετάζουμε, η ληστεία και η πειρατεία λυμαίνονταν το Κράτος, ιδίως δε τα βορειοανατολικά παράλια. Η μοίρα των πλοίων του Αιγαίου επομένως, ασχολούταν σχεδόν αποκλειστικά με την καταδίωξη των πειρατικών πλοίων και με την παροχή συνδρομής στις στρατιωτικές αρχές για την καταδίωξη της ληστείας. Ακόμα όμως και η μοίρα των δυτικών παραλίων, υπό τη διοίκηση του Κωνσταντίνου Κανάρη, είχε ως κύρια αποστολή την καταδίωξη της ληστείας, επεκτεινόμενης της δράσης της έως τα παράλια της Λακωνίας.
Εκτός όμως από την καταδίωξη της πειρατείας και της ληστείας ο Στόλος απασχολούταν επίσης με την ταχυδρομική υπηρεσία, τη μεταφορά των στρατευμάτων ή υπαλλήλων της Κυβερνήσεως, ακόμα και με τη μεταφορά χρημάτων από τα επαρχιακά ταμεία στο κεντρικό. Όλες αυτές όμως οι ασχολίες είναι ευνόητο ότι δεν απέβαιναν ευνοϊκές ως προς τη συστηματική οργάνωση του Βασιλικού Στόλου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1 Καψαμπέλης Β. : ‘Το Ελληνικό Ναυτικό’, (Αθήνα, 1895) 2 Φακίδης Ι. : ‘Συνοπτική ιστορία της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων’, (Αθήνα, 1975) 3 Φωκάς Δ.: ‘Χρονικά του Ελληνικού Ναυτικού, 1833 – 1873’, (Αθήνα, 1923) 4 Ρούσκας Γ. : ‘Πόρος, Ναύσταθμος και Εκπαιδευτήριο του Ελληνικού Ναυτικού’, (Αθήνα, 1989) 5 Τσαπραζής Ν. : ‘Ο Ναύσταθμος Σαλαμίνας’, (Αθήνα, 1991) 6 Λαζαρόπουλος Ι. : ‘Το Πολεμικό Ναυτικό της Ελλάδος, 1821 – 1833’ 7 Βάρφης Κώστας: Το ελληνικό ναυτικό κατά την Καποδιστριακή περίοδο (Αθήναι 1994) ΑΡΘΡΑ 1 Αλεξανδρής Κ. : ‘Ανασκόπησις Ιστορίας του Βασιλικού Ναυτικού’, (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 192 (1945) σελ. 141 – 174) 2 Μπίστης Λ. : ‘Το Υγειονομικό Σώμα του Βασιλικού Ναυτικού από της επαναστάσεως του 1821 μέχρι σήμερον’, (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 219 (1950) σελ. 180 – 200) 3 Χατζής Κ.Ι. : ‘Οι πρώτοι γιατροί του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, 1821-1862’, (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 469 (1989) σελ. 363 – 371) 4 Λαζαρόπουλος Ι. : ‘Η μόρφωσις εν τω Πολεμικό Ναυτικό εις παλαιοτέρους χρόνους’ (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 224 (1951) σελ. 52 – 58) 5 Λαζαρόπουλος Ι. : ‘Ιστορικές σημειώσεις περί του Υπουργείου των Ναυτικών’, (Ναυτική Επιθεώρηση, (1917) σελ. 436 – 453) 6 Ρίτσος Ν. : ‘Η δράσις του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, 1821 – 1940’ (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 259 (1956) σελ. 327 – 367) 7 Ρούσκας Ι. : ‘Πόρος ως Ναύσταθμος και Εκπαιδευτήριον’, (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 375 (1975) σελ. 119 – 130) 8 Ρούσκας Ι. : ‘Τα 150 χρόνια της ΣΝΔ, σημασία της εκπαιδεύσεως στη συγκρότηση του αξιωματικού’ (Ναυτική Επιθεώρηση, (1995) σελ. 193 – 210) 9 Σουρβίνος Κ. : ‘Το πρόγραμμα εξοπλισμού του Πολεμικού Ναυτικού από το 1824 ως το 1989’ (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 459 (1989) σελ. 203 – 234) 10 Τσαπραζής Ν. : ‘Η εκατονταετηρίς του Ναυστάθμου Σαλαμίνος’ (Ναυτική Επιθεώρηση, αρ. 460 (1979) σελ. 331 – 342) 11 Θωμόπουλος Σ. : ‘Ελληνική Ναυτική Βιβλιογραφία, 1825 – 1878’ (Ναυτική Επιθεώρηση, (1979) σελ. 217 – 226)
[1]Ι. Γ. Ρούσκας, Πόρος: ναύσταθμος & εκπαιδευτήριο του Πολεμικού Ναυτικού, σ.13
[2] Πόρος: ναύσταθμος & εκπαιδευτήριο του Πολεμικού Ναυτικού, σ. 24-25
[3] Ο αριθμός αυτός των πυροβόλων ήταν τριπλάσιος εκείνου, ο οποίος υπήρχε πριν το 1828
[4] Ιστορία της σχολής ναυτικών δοκίμων (1845-1973) σ.21-22
[5] Φωκάς Δ., Χρονικά του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού, σελ. 2
This Post Has 0 Comments