OMNIA MUNDI FUMUS ET UMBRA δηλαδή Τα πάντα στον Κόσμο…
Ένα δάκρυ κι ένα τσιγάρο.
Όταν τη ρώτησε τι της χρωστάει εκείνη τον κοίταξε ανέκφραστα άπλωσε το χέρι της και με τα δάχτυλα της σκούπισε ένα δάκρυ που κυλούσε αργά Το χλωμό φως του φεγγαριού έδινε στο δάκρυ ακαθόριστους χρωματισμούς Μετά άπλωσε πάλι το χέρι της και με τα ίδια δάχτυλα πήρε το τσιγάρο που κρεμόταν από τα χείλη του και είπε σιγά Αυτά αρκούν! Σ΄ ευχαριστώ Καλή σου νύχτα Όταν αναρωτήθηκε τι είχε δώσει η απάντηση ήρθε ήρεμα χωρίς να ξαφνιάσει μια γωνία της ψυχής του να βρουν καταφύγιο αυτές οι στιγμές που είχαν κοστίσει ΕΝΑ ΔΑΚΡΥ κι ΕΝΑ ΤΣΙΓΑΡΟ.Σύντροφος πιστός.
Όταν σε ονόμασαν μαχητή διάλεγες εμένα στο πλάι σου. Ήμουν το όπλο στις μάχες που έδωσες πληγώθηκες και σύρθηκες μα ήμουν μαζί σου σύντροφος πιστός. Και ήρθε η ειρήνη που για αυτή μου φώναζες πως πολεμούσες. Με πέταξες κατάχαμα, θυμήθηκες τις ζωές που αφαίρεσα όταν στα χέρια σου με κρατούσες. Με είπες φονιά Και άπλωσες τα χέρια με πλιάτσικο να τα γεμίσεις. Μερίδιο αυτών που έλειπαν και που ποτέ δεν θα έρχονταν. Γύρω σου πολλοί το ίδιο αδηφάγοι όλοι την ίδια σκέψη. Να προλάβετε γιατί την εποχή της ειρήνης Έπρεπε να ζήσετε καλά.Στη μάνα μου.
Προσπαθώ να σε δω στο ολόγιομο φεγγάρι Να σε ακούσω μέσα από τον ήχο των κυμάτων Της θάλασσας που αγάπησες Μα δεν μπορώ Με πνίγει ο πόνος του αποχωρισμού Πέφτω στο κενό που άφησες χωρίς να μπορώ Να πιαστώ από κάπου Ίσως να μην θέλω Το πέπλο της μοναξιάς βαρύ και σκοτεινό Μπορώ να το αντέξω Οι σκέψεις που δεν μπορώ να δαμάσω Με πηγαίνουν πίσω Στις ώρες που έδινες μάχη για την ζωή σου Την στιγμή που είπες θα τα καταφέρω Δεν μπορώ να κλάψω ούτε να δακρύσω Οι μικροί θεοί γιατρούς τους ονομάζουν Όταν το γολγοθά σου ανέβαινες Εκείνοι παρακολουθούσαν! Κάνουμε ότι μπορούμε έλεγαν Απλά έλεγαν Εκείνοι οι Θεοί έλεγαν με τρόπο που ποθούσε Πιο πολύ από τον αργό χαμό σου Η μάνα σου πεθαίνει Και όταν συνέβη μάνα Έπαψα να πιστεύω σε ΘΕΟ & ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ Τρομάζω γι΄ αυτό μα δεν μετανιώνω Μάνα καλό ταξίδι.Και ήταν αυτός…
Ένιωθα μόνος άδειος χωρίς πίστη και άφησα άλλους να με βάλλουν να κυνηγήσω τη ζωή. Γίνεται έγκλημα και όλοι γύρω προσπερνούν. Και αν ζητήσω τιμωρία καμία δεν είναι αρκετή. Οι θεατές σε ένα γύρο της αρένας έχουνε μίζερη ζωή, ξεχνούν για λίγο, αφήνουνε τις αλυσίδες που έχουν κλεισμένες τις ψυχές χωρίς ποτέ να απαλλαγούν από αυτές. Σηκώνουν τα αδύναμά τους χέρια και δείχνουν με το δάχτυλο του φόβου και της προδοσίας το βωμό, που πάνω εκεί η θυσία, τις αμαρτίες θα εξαγνίσει. Και εγώ που ξέρω τι ζητούν είμαι έτοιμος να τους το δώσω, όμως για λίγο κοίταξα ψηλά και η ξέχωρη μορφή σου έλαμψε, η αύρα του κορμιού σου ο ψίθυρος των λόγων σου έφτασε σε εμένα που ήμουν χαμηλά χωρίς να εμποδιστεί από αυτούς που έρχονταν γιατί ήσουν ψηλά. Και ο λόγος σου έγινε ασπίδα προστασίας Και ήταν αυτός. Να προσέχεις γιατί σε αγαπώ. Σε ερωτεύτηκα για ένα αντίο του χθες Σε αγαπώ για μια ελπίδα του σήμερα Σε λατρεύω για ένα αμφίβολο αύριο. Νόμιζα ότι ο πόνος δεν έχει παρόν Όταν όμως βυθίστηκα στα μάτια σου Κατάλαβα ότι έχει μέλλον. Ένιωθα μόνος άδειος χωρίς πίστη Και άφησα άλλους να με βάλουν να κυνηγήσω τη ζωή Γίνεται έγκλημα και όλοι γύρω προσπερνούν Και αν ζητήσω τιμωρία καμμία δεν είναι αρκετή Οι θεατές σε ένα γύρο της αρένας Έχουνε μίζερη ζωή ξεχνούν για λίγο Αφήνουνε τις αλυσίδες που έχουν κλεισμένες τις ψυχές Χωρίς ποτέ να απαλλαγούν από αυτές Σηκώνουν τα αδύναμά τους χέρια Και δείχνουν με το δάχτυλο του φόβου Και της προδοσίας το βωμό Που πάνω εκεί η θυσία, τις αμαρτίες θα εξαγνίσει Και εγώ που ξέρω τι ζητούν είναι έτοιμος Να τους το δώσω. Όμως για λίγο κοίταξα ψηλά και η ξέχωρη μορφή που έλαμψε Η αύρα του κορμιού σου και ο ψίθυρος Των λόγω σου έφτασε σε εμένα που ήμουν χαμηλά. Χωρίς να εμποδιστεί από αυτούς που έρπονταν γιατί ήσουν ψηλα. Και ο λόγος σου έγινε ασπίδα προστασίας Και ήταν αυτός Να προσέχεις γιατί σ΄ αγαπώ.
This Post Has 0 Comments